HomeΜΝΗΜΕΣ

θεσσαλικά νταϊλιάνια

θεσσαλικά νταϊλιάνια

Η γκραβούρα βρίσκεται στο βιβλίο του Βρετανού Γιατρού και Βοτανολόγου Έντουαρντ Μπράουν (1644 – 28 August 1708)…

Ξεκινώντας από αυτά τα βασικά δεδομένα, οι έρευνές μας στη Θεσσαλία μάς οδήγησαν να επικεντρώσουμε την προσοχή μας σε ένα χαρακτηριστικό στοιχείο της ροής του θεσσαλικού Πηνειού. Βρίσκουμε εκεί πράγματι σε πολλά μέρη, δίπλα στον Άτραγα και επίσης στο στενό της Ροδιάς, φράγματα για ψάρια, που ονομάζονται τοπικά νταϊλιάνια (στον ενικό νταϊλιάνι). Το καθένα από αυτά τα φράγματα είναι ένα ανάχωμα αποτελούμενο από συσσωρευμένα χαλίκια, το ένα πάνω στο άλλο, μέχρι 1 ή σχεδόν 2 μέτρα ύψος, ανάλογα με τις περιπτώσεις, που φράζουν εξολοκλήρου ή εν μέρει την κοίτη του ποταμού σχηματίζοντας ένα V αρκετά ανοιχτό, του οποίου τα δύο σκέλη είναι λίγο-πολύ συμμετρικά και των οποίων η άκρη είναι προσανατολισμένη προς τον ρου, προς την κατεύθυνση του ρεύματος (εικ. 2 και 3).

Στην άκρη της γωνίας που σχηματίζεται από το ανάχωμα, ένα άνοιγμα, πλάτους ενός μέτρου περίπου, αποτελεί ένα κανάλι από το οποίο το νερό μπορεί να τρέξει. Στην άκρη αυτού του καναλιού, ένα φράγμα από ξύλινους πασσάλους, μήκους 4-5 μέτρων, στηρίζει μία σχάρα που αποτελεί προέκταση του ίδιου του καναλιού. Η λειτουργία των νταϊλιανών είναι προφανής: το νερό πέφτει στο κανάλι εξόδου, η ταχύτητά του αυξάνεται, το ψάρι παρασύρεται, ξαναπέφτει στη σχάρα, όπου παραμένει, ποτιζόμενο από ρανίδες του ρεύματος, μέχρι τη «συλλογή» του.

Εξ όσων γνωρίζω, τα θεσσαλικά νταϊλιάνια δεν περιγράφηκαν ποτέ από τους περιηγητές, γεγονός το οποίο μας εκπλήσσει πολύ. Για το θέμα αυτό υπάρχει μόνο μία μνεία σε ένα γράμμα του Bartholdy, ο οποίος επισημαίνει κάτι που πρέπει να
είναι ένα νταϊλιάνι στον Πηνειό, στο στενό των Τεμπών: «δεν βρήκα τον Πηνειό ούτε τόσο θορυβώδη, ούτε τόσο ορμητικό, εκτός ίσως από ένα σημείο όπου οι ψαράδες δημιούργησαν ένα φράγμα, απ’ όπου κατέβαινε αρκετά γρήγορα και με κάποιο
πάταγο».

ΘΕΣΣΑΛΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Ένα νταϊλιάνι στον Πηνειό, κοντά στον Άτραγα.

 

Ο. J. L. S. Bartholdy, Voyage en Grèce fait des années 1803 et 1804, Paris 1805, I, 79  .

Αντιθέτως, βρίσκουμε συγκεκριμένες πληροφορίες σε ένα τομίδιο της Λένας Γουργιώτη(διευθύντριας της Λαογραφικής Εταιρίας της Λάρισας), Οι παλιοί ψαράδες του Πηνειού(Λάρισα 1977), με σχέδια του Ράλλη Κοψίδη και φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα. Διαβάζουμε σ’ αυτό:

«Το νταϊλιάνι είναι ένα έργο, που το κατασκευάζουν οι ψαράδες μέσα στο ποτάμι,με σκοπό να παγιδεύσουν τα ψάρια (…). Χρειάζονται δύο νομάτοι για να κουμαντάρουν ένα νταϊλιάνι, λένε οι ψαράδες. Πρώτα διαλέγουν το μέρος, ένα στήθωμα όπως λένε οι ίδιοι,δηλαδή μέρος με ρηχά νερά 0,50 μ. και βυθό στερεό, πετρωμένο. Εκεί, σε θέση που απέχει λιγότερο από τη μία όχθη και περισσότερο από την άλλη, στήνουν πρώτα το καλαμωτό, μία διάτρητη σχάρα από ξύλα, η οποία έχει μήκος 5-12 μ. και πλάτος 1,20 μ.

Η σχάρα έχει μεγάλη κλίση. Από τη μία στενή πλευρά ακουμπάει στο βυθό και την βρέχουν τα νερά, ενώ από την άλλη στενή πλευρά απέχει ίσαμε ένα μέτρο από την επιφάνεια του νερού. Το καλαμωτό κατασκευάζεται (καρφώνεται) μέσα στο ποτάμι. Καδρόνια και παλούκια κόβουν οι ψαράδες από καβάκια, πλατάνια και ιτιές. Μ’ αυτά φτιάχνουν έναν σκελετό και τον ντύνουν έπειτα με πηχάκια του εμπορίου. Παλιότερα τον έντυναν με κλαδιά ιτιάς. Αφού στερεώσουν γερά το καλαμωτό στη θέση του, υψώνουν τα φράγματα, δύο τοιχώματα, με πέτρες ακατέργαστες που τις μαζεύουν από την γύρω περιοχή και τις στοιβάζουν μέσα στο ποτάμι.

Τα τοιχώματα ξεπερνούν την επιφάνεια του νερού το καλοκάιρι, το μικρότερο μάλιστα είναι ψηλότερο 20εκατοστά από το μεγαλύτερο. Αρχίζουν και τα δύο από την στενή πλευρά του καλαμωτού πουβρέχεται στα νερά και σχηματίζοντας γωνία με άνισες και όχι ευθείες πλευρές καταλήγουν το ένα στη μία και το άλλο στην άλλη όχθη. Τα φράγματα αφήνουν το νερό να περνάει ανάμεσα στις πέτρες, αλλά οδηγούν τα ψάρια στο καλαμωτό, όπου παγιδεύονται. Το μικρό, ψηλότερο  φράγμα διώχνει κατά το μεγαλύτερο και χαμηλότερο τα κούτσουρα ή ό,τι άλλο παρασέρνει τοποτάμι στη διάβα του, όταν κατεβάζει νερά. Το νταϊλιάνι κατασκευάζεται τον Αύγουστο, στα πεσμένα νερά του Πηνειού. Πρέπει όμως να τελειώσει, προτού να πιάσουν οι πρώτες βροχές του Σεπτέμβρη.

Με τα πρωτοβρόχια αρχίζει και η εποχή για το ψάρεμα. Τότε ο ένας ψαράς κάθεταιμόνιμα στο νταϊλιάνι, να το φυλάγει ώστε να μη βουλώνει το καλαμωτό με ξύλα και σκουπίδια, που εμποδίζουν τα ψάρια να φτάσουν στην παγίδα, αλλά και για να μαζεύει τα ψάρια, ενώ ο άλλος τα φορτώνει στη βάρκα και τα πηγαίνει για πούλημα. Ο ψαράς που μένει στο νταϊλιάνικοιμάται τη νύχτα, όταν κατάκοπος αφήσει το καλαμωτό, στη μικρή καλύβα, που έχει φκιάξει στην κοντινή όχθη, με παλούκια και ξιφάρα, το χορτάρι της όχθης του Πηνειού.

Το νταϊλιάνι δίνει ψάρια το φθινόπωρο και το χειμώνα, όταν δεν είναι τόσα τα νερά που να σκεπάζουν όλο το καλαμωτό, αλλά και την άνοιξη.Τα θεσσαλικά νταϊλιάνια φαίνεται να είναι η ποταμίσια κατασκευή η οποία μας χρειάζεται για να ερμηνεύσουμε αυτό που ονομάζεται κέλετρα στην επιγραφή. Η εθνολογία επιβεβαιώνει την υπόθεση ότι οι κέλετρες είναι τα σημερινά νταϊλιάνια.
Οι πληροφορίες, τις οποίες μπόρεσα να συλλέξω στη Θεσσαλία, αποδεικνύουν ότι τα νταϊλιάνια είναι σημαντικά στοιχεία του χώρου και της ζωής των ανθρώπων· είναι μακροχρόνιες κατασκευές, εργαλεία εργασίας των επαγγελματιών ψαράδων, που τα χρησιμοποιούν και τα συντηρούν από γενεά σε γενεά. Κάθε κοινότητα, η οποία διαθέτει πρόσβαση στο ποτάμι, θέλει να έχει το νταϊλιάνι της και τον ψαρά ή τους ψαράδες της, που την εφοδιάζουν με ψάρια, χέλια και καραβίδες. Είναι ο λόγος για τον οποίο βρίσκουμε συχνά δύο ή αρκετά νταϊλιάνια να βρίσκονται τα ένα κάτω από το άλλο κατά μήκος του ποταμού.

Πράγματι, οι σύγχρονες μαρτυρίες δείχνουν ότι, μολονότι το ανάχωμα στηρίζεται στις δύο πλευρές του ποταμού, δεν υπάρχει πρόβλημα για τους χρήστες της κάθε πλευράς να επωφεληθούν μαζί από το ίδιοφράγμα, να κατασκευάσουν μαζί το ίδιο νταϊλιάνι· το νερό είναι για όλο τον κόσμο,το ψάρι το ίδιο, αλλά καθένας την ψαριά του και καθένας τη δική του χρήση του ποταμού. Αυτός ο κανόνας, αρκετά συχνά αναγνωρισμένος από τις παραδοσιακές κοινότητες, δεν εμποδίζει φυσικά τις διαμάχες ανάμεσα στους κατόχους (και στους ιδιοκτήτες) της κάθε όχθης.

Ένας ψαράς από την Πηνειάδα, ο οποίος χρησιμοποιεί ένα από τα δύο νταϊλιάνια, που βρίσκονται δίπλα στη θέση του Άτραγα, μου εξήγησε ότι αυτές οι διαμάχες μπορούσαν να φέρουν σε ρήξη χωριά που βρίσκονται από την μία και από την άλλη πλευρά του ποταμού, θέλοντας ο καθένας να έχει το νταϊλιάνιτου και κατηγορώντας τον άλλο ότι εμποδίζει ή μονοπωλεί το ψάρι· θυμόταν ότι κάποτε αυτές οι διαμάχες είχαν οδηγήσει σε βίαιες αντιπαραθέσεις, με ανταλλαγές πυροβολισμών, από την μία πλευρά στην άλλη, μέχρις ότου η κεντρική διοίκηση ναεπιβάλλει την τάξη.
Αυτά είναι τα νταϊλιάνια του Πηνειού. Αλλά είναι ξεκάθαρο ότι η Θεσσαλία δεν έχει την αποκλειστικότητά τους.